Η ζωή δεν έχει πώμα
Οι συνεντεύξεις του Νίκου Καρούζου
Εκδόσεις: Ίκαρος
Ο ποιητής Νίκος Καρούζος ήταν απολύτως ικανός να συνδυάζει το πάθος με τη λογική, τον διάπυρο λυρισμό με την ελεγκτική διαύγεια, με τα λόγια του Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ διέθετε «το πάθος του επιστήμονα και την ακρίβεια του καλλιτέχνη». Ιδίως τα ποιήματα της ύστερης περιόδου του δείχνουν πόσο μεθοδικά προχώρησε στον εσκεμμένο κατακερματισμό της γλώσσας ώστε να φανερωθεί εκρηκτικά η ψίχα και η ψυχή της γλώσσας, η ουσία των λέξεων στην απογύμνωσή τους, εντέλει να προχωρήσουμε στην αναζήτηση ενός βαθύτερου νοήματος πέρα από τις συμβάσεις που επιβάλλει η κοινή, λεγόμενη, λογική.
Στον παρόντα τόμο, όπου η Ελισάβετ Λαλουδάκη, φιλότιμα και φιλόπονα, συγκεντρώνει πολλές (καίτοι όχι όλες) συνεντεύξεις που σε ένα διάστημα τριών δεκαετιών έστερξε να παραχωρήσει ο ποιητής σε πολλά και ποικίλα έντυπα, μας παρουσιάζεται και πάλι το μεγαλείο του Καρούζου, το μεγαλείο της γλώσσας του, το μεγαλείο της περιπέτειας μιας ολόκληρης ζωής προσηλωμένης στην ελευθερία και στην ποίηση – στην ελευθερία της ποίησης, και στην ποίηση της ελευθερίας.
Φανερώνεται, εδώ, η όλη πορεία του ποιητή, η διαδρομή του στη λογοτεχνία και στη ζωή, τις οποίες, προς τιμήν του, θεωρούσε πάντα αναπόσπαστες. Από τις απαντήσεις που δίνει ήδη το 1961, ο Καρούζος επιμένει στον άνθρωπο ως κέντρο και εστία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. «Ο άνθρωπος πρέπει να είναι η αρχή και το τέλος της τέχνης, γιατί ο άνθρωπος είναι η αρχή και το τέλος της ομορφιάς και η ομορφιά είναι η αρχή και το τέλος της τέχνης». Λόγια μεστά νοήματος, λόγια που σήμερα οφείλουμε να τα σκεφτούμε εκ νέου, όσο απλά κι αν μας φαίνονται. Σήμερα, επείγει ο επαναπροσδιορισμός της καλλιτεχνικής, της ποιητικής δραστηριότητας, επείγει να επανατοποθετήσουμε τον άνθρωπο στο κέντρο της τέχνης, από όπου φαίνεται ότι έχει εξοριστεί εδώ και μερικές μάλλον θλιβερές δεκαετίες.
Ο Καρούζος δεν έχανε την παραμικρή ευκαιρία να εκφράσει τη δυσαρέσκειά του απέναντι στα δεινά που ταλανίζουν την κοινωνία μας, τόσο σε ελλαδικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Όντας βαθιά πολιτικός άνθρωπος, οπλισμένος με μια κυριολεκτικώς αχανή παιδεία (υπήρξε θηριώδης αναγνώστης όσο και θηριώδης καπνιστής), κατάφερνε με διαλεκτική δεινότητα να συνδέσει τη μοναξιά, μια πληγή που ακόμη χαίνει, με την καταναλωτική κοινωνία. Ας ακούσουμε τι λέγει, στις 22 Οκτωβρίου του 1969, στην εφημερίδα Νέα Πολιτεία, κι ας αναρωτηθούμε σε ποιο βαθμό τα όσα είπε τότε ισχύουν ακόμη: «Η μοναξιά, φίλε, είναι τρομερή στις μέρες μας. Το κακό το έκανε η περίφημη ‘καταναλωτική κοινωνία’, στην οποία ζούμε. Πολλαπλασιάζουμε ολοένα τις επιθυμίες και τις ανάγκες μας, με αποτέλεσμα να μην έχουμε ούτε λεπτό της ώρας για ανθρώπινη επαφή, για γνησιότητα επικοινωνίας. Η μοναξιά μας γίνεται έτσι το σκληρό τίμημα της παγερής ομαδικότητας, που καθορίζεται από δύο θεότητες: την ταχύτητα και τη διαφήμιση».
Σε μιαν άλλη συνέντευξη (στην εφημερίδα Τα Σημερινά, 30 Μαϊου 1970), ο Καρούζος μιλάει για τα «νευρόσπαστα της ‘ευημερίας’», ενώ περίπου μία δεκαετία αργότερα, συνομιλώντας με την ποιήτρια και πεζογράφο Νατάσα Χατζιδάκι και τον εκδότη του καλού περιοδικού Σήμα, τον Νίκο Παπαδάκι, ο Καρούζος, αντιδιαστέλλοντας εαυτόν από τους λεγόμενους «πολιτικούς» ή «στρατευμένους» ποιητές, που δέσποζαν και φλυαρούσαν ασύστολα εκείνη την εποχή, θα ξεσπάσει: «Τελικά, για να το πω με μια ποιητική κουβέντα, εγώ είμαι με τους σκοτωμένους, ενώ οι πολιτικοί ποιητές είναι με επιζήσαντα ποικίλα συμφέροντα των ηττημένων υπάρξεών τους. Εγώ είμαι με τους σκοτωμένους. Απ’ αυτό και η βαθύτατη μοναξιά μου. Δεν αισθάνομαι αυτή τη φοβερή και αβανταδόρικη κοινωνία, πέρα απ’ το ότι είναι άγρια κι εκμεταλλευτική. Εγώ συνεχώς πληρώνω».
Ο Καρούζος δεν διστάζει να εκφέρει τολμηρές γνώμες για ποιητές του διαμετρήματος του Dante. Αντιπαραθέτοντας στον ποιητή της Θείας Κωμωδίας τον Μεγάλο Βάρδο, χαροποιεί τους πιστούς λάτρεις του δεύτερου, λέγοντας: «Ο Shakespeare είναι ωμό κρέας, η ζωή σε ένα πλήθος διαλεχτικές, ανυπόταχτος. Ο Dante τα ‘’χει όλα περάσει απ’ το θεολογικό σουρωτήρι και πλαισιώνει. Τελικώς είναι ήσυχος. Αλλά σ’ αυτόν τον κόσμο δεν ήρθαμε για να μαγειρέψουμε» (από την περιλάλητη, και μεγάλης σημασίας, «Πολλαπλή Συνέντευξη», πρώτο μέρος, με τον Ανδρέα Μπελεζίνη, περιοδικό Διαβάζω, τεύχος 48, Δεκέμβριος 1981).
Εδώ, όπως και σε πληθώρα άλλων σελίδων, διαλάμπει η τόλμη και η ακρίβεια του Καρούζου, καθώς και το σοφό, μελετημένο, και πάντα γονιμοποιό χιούμορ του. Ένα χιούμορ πάντα διαυγές, κρυστάλλινο, αποφθεγματικό. Ένα χιούμορ που χαρακτηριζόταν από απροσδόκητους συνδυασμούς λέξεων της καθαρεύουσας, της τρέχουσας καθομιλουμένης και πολλών ιδιολέκτων. Ακόμη και μιλώντας για τα μείζονα ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης, για το θάνατο, φέρ’ ειπείν, μπορεί χωρίς ενδοιασμούς να επιτρέψει στο χιούμορ του να ξεχειλίσει. Στην ίδια, την λεγόμενη «Πολλαπλή», συνέντευξη, στο δεύτερο μέρος της (δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πολιτεία, τεύχος 3, 1982), διαβάζουμε: «Να μην παραμελήσουμε σε ό,τι στοχαζόμαστε την αέναη διαλεκτική θεϊκού και σατανικού σχεδίου. Δεμένοι είμαστε και λύνουμε τους κόμπους. Αλλά κι ακόμη: δεν ανήκω σε καμιά κατάφαση. Ας αντιμετωπίζουμε το Ναι ως Όχι του Όχι κι όχι ως Ναι, κάπως έτσι λέει ο δικός μου μηχανισμός. Η μπεκρουλιασμένη κατάφαση, μην το ξεχνάτε, τη διάνοια του Nietzsche την καταρράκωσε, μην το ξεχνάτε, σ’ αυτόνε τον κόσμο τον κυανοδρόμωνα. Πρέπει να οδεύουμε προς το θάνατο κρατώντας την παρτιτούρα, όχι από μνήμης, με καταλαβαίνετε, βέβαια». Ας σημειώσουμε ότι πάντα στοχαζόταν ο Καρούζος διαλεκτικά, πάντα αναιρούσε την τυπική λογική και αναζητούσε νοήματα πέρα από αυτήν. «Μέσα υπάρχει το Όχι~ έξω κοχλάζει το Ναι», είχε γράψει.
Ο τόμος με τις συνεντεύξεις του ποιητή είναι πολύτιμος και λόγω των βιογραφικών πληροφοριών που περιέχονται σκόρπιες στις διάφορες συνομιλίες. Μαθαίνουμε ότι εξορίστηκε στη Ικαρία το 1947, ότι πούλησε τη βιβλιοθήκη του (με πολλά και σπάνια βιβλία) για οικονομικούς λόγους, ότι ξεκίνησε να γράφει ένα μυθιστόρημα με τίτλο Η Γερμανική Σκιά. Κι ακόμη, μαθαίνουμε τις προτιμήσεις του Καρούζου στην ποίηση, τη μουσική, την πεζογραφία.
Κι ακόμη πιο πολύτιμο είναι το ότι μας προσφέρεται ένας θησαυρός αποφθεγμάτων του Καρούζου, μια πλούσια παλέτα γεμάτη αποφάνσεις, γνώμες και στοχασμούς σχετικά με τη ζωή, το θάνατο, το χρόνο, την ποίηση, το βίωμα, την αγωνία. «Επάγγελμα είναι η ψυχή μου», είχε πει στον Βασίλη Καββαθά. «Εγώ είμαι περισσότερο ρεαλιστής από όλες τις Κεντρικές Επιτροπές», θα διακηρύξει βραχνά και πικραμένα, αλλά πάντα αγέρωχα, στη Μικέλα Χαρτουλάρη. «Μα η ποίηση είναι η εξακολούθηση της παιδικότητας έως θανάτου», θα αποφανθεί στον Άρη Σκιαδόπουλο.
Τέλος, μέσω του Ανδρέα Μπελεζίνη, θα παροτρύνει πολλούς: «Σας θέλω λιγάκι τρελούς, να ξεφεύγετε από κείνα τα εμφιαλωμένα νοήματα της φιλοσοφικής διαλεχτικής, να ξεφεύγετε. Η ζωή δεν έχει πώμα».
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου