Συνολικές προβολές σελίδας

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Merzbau / Η Στήλη του Σβίττερς / Πάμε προς Αύγουστο!

Merzbau / Η Στήλη του Schwitters







Εσκέπτετο το άστατον των ανθρωπίνων πραγμάτων. Ασκ ολσούν τσιβιρινέκ. Χαρά σ’ εκείνον που ξέρει να τον γυρίζη, τον κόσμον αυτόν.
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ο Ξεπεσμένος Δερβίσης

*   *   *

Θέρος/Θάρρος. Πίνω κόκα-κόλα ληγμένη από τον Μάιο, διαβάζω σουηδικά αστυνομικά, ακούω μετά μανίας Thurston Moore. Μας είχε κεράσει ένα ολισθηρό άσμα για τον Gregory Corso, τον πιο Τραχύ Αλάνη των Beat. Τώρα μας δωρίσει έναν ύμνο για την ποιήτρια, και σύντροφο του μέγιστου Arthur Cravan, τη Mina Loy. Ανακαλύπτω τον Steven Jesse Bernstein, παλιόφιλο του William S. Burroughs – ένας σκοτεινός ποιητής της άλλης μεριάς. Εντοπίζω Έλληνες να διαδραματίζουν μυστήριους ρόλους σε περιπετειώδη αναγνώσματα. Ο αδιανόητος Τίτος Σταύρου, στο Έμφυτο Ελάττωμα του Thomas Pynchon [μτφρ. Γιώργος Κυριαζής, εκδ. Καστανιώτης]. Ένας Έλληνας, μια Ελληνίδα, και η Αθήνα πρωταγωνιστούν στην νουάρ νουβέλα Ένα Παράξενο Καλοκαίρι του Κώστα Καλφόπουλου [εκδ. Άγρα]. Και ο αστυνομικός, αλλά και κατάσκοπος, ερωτύλος και ανθρωπιστής Κωνσταντίνος Ζαννής κατακλύζει τις σελίδες του συναρπαστικού μυθιστορήματος Οι Κατάσκοποι των Βαλκανίων του Alan Furst [μτφρ. Χριστιάννα Σακελλαροπούλου, εκδ. Πατάκης]. Και στη σελίδα 46 του μυθιστορήματος τρόμου & αγωνίας Γένεσις 1:26 του Lucas Marmaduke [μτφρ. Ιωάννης Πλέξίδας, εκδ. λογείον] ανακαλύπτω έναν εστιάτορα ελληνικής καταγωγής. Για αυτά τα βιβλία θα μιλήσουμε εκτενώς τις επόμενες Παρασκευές, εδώ, στο Bookspotting.

*   *   *

Ο The Boy: ποιητής, με την ένταση της Ηλιοθεραπείας, ένα ηχητικό παρανάλωμα ψυχής με ασπρόμαυρες φωτογραφίες να πέφτουν απανωτά στα καντράν μιας ξεχαρβαλωμένης κοινωνίας. Μαζί, συγγραφέας – ένα μυθιστόρημα που αγκομαχάει, με πυρετικούς ρυθμούς, από τον The Boy, ένας καταιγισμός εικόνων, πάλι ασπρόμαυρων, μεταλλικών. «Σαν τον Τσάπλιν με τα ξεσκισμένα του κοστούμια. Σαν τον Μόρισον με το δερμάτινό του παντελόνι. Σαν ένα γυμνό κορίτσι σε εξώφυλλο περιοδικού». Από την Inner Ear. Επίσης από την Inner Ear, ο επινοητικότατος King Elephant, βρόμικη πειραγμένη ιλιγγιώδες jazz από ένα τεθλασμένο ταξίδι στην άκρη της νύχτας. Υποκλίνομαι. Αναζητούμε όλα τα έργα που φέρουν την μερακλίδικη υπογραφή της Inner Ear. Ψάξτε: www.inner-ear.gr

*   *   *

Τρία πολύτιμα έντυπα: ποιητική (με άξονα πάντα τον Χάρη Βλαβιανό, ο οποίος μεταφράζει T.S. Eliot, τα περιλάλητα Τέσσερα Κουαρτέτα). αληthεια, με ένα αφιέρωμα στον Alain Badiu και άλλο ένα στην ανάγνωση του Κλεμμένου Γράμματος του Poe από τον Jacques Lacan. Το Δέντρο, με σελίδες για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Και όσιος και αλήτης.

*   *   *

Μείζον εκδοτικό γεγονός, οι Ύμνοι του Ρωμανού Μελωδού, γυρισμένοι στα νέα ελληνικά θαυμάσια από τον αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη. Από τις εκδόσεις Αρμός. Όπου οι λέξεις γίνονται νότες, και σε κατακλύζει η μελωδία τους. Ίσχυσαν όμματα των γηγενών  ουράνιον θεωρήσαι μορφήν~ κατείδον βλέφαρα πηλίνων του αύλου φωτός την ακτίνα την άστεκτον. Και: Μπόρεσαν ανθρώπινα μάτια ουράνια μορφή ν’ αντικρίσουν. Ατένισαν των χωματένιων τα βλέφαρα του αύλου Φωτός την αβάσταχτη αχτίδα. Θα επανέρχομαι εδώ στου Μελωδού τις μελωδίες. Είναι θησαυρός.

*   *   *

Καλό Σαββατοκύριακο,
Φίλες & Φίλοι
Των
Βιβλίων!

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

Générique / Ζενερίκ / Διαβάζω






Οι Λέξεις και τα Θαύματα




Ο Κάλβος όμως ανθίσταται απολύτως
Γιάννης Βαρβέρης



Οι απώλειες να μας εξοικειώνουν με την αθανασία των δημιουργών. Οι ποιητές, είτε με το χαρτί και το μολύβι το παλεύουν, είτε με το βινύλιο, είτε με τις παρτιτούρες, είτε με το σελιλόιντ, είναι αθάνατοι. Ναι, αθάνατοι είναι, καθότι της μη συμμορφώσεως άγιοι, ως ήθελεν ο Εμπειρίκος.
            1955-2011. Γιάννης Βαρβέρης, αθάνατος: «Ε, ναι αυτοδίδακτοι είμαστε όλοι. Αλλά η εποχή έχει πια τελείως άλλα μοντέλα. Κι εγώ ψάχνω σε όλη την Αθήνα να βρω ένα σταυροκουμπωτό σακάκι, μονόκουμπο, πώς το λένε. Δεν υπάρχει κανένα, πουθενά. Μόνο τρίκουμπα, αυτά τα γιάπικα που φοράνε πια όλος ο κόσμος, οι πάντες» (Η Λογοτεχνία ως Σινεμά, εκδ. Αιγαίον, Λευκωσία 2011 – συζήτηση με τον Σωτήρη Κακίση και τον Γιώργο Πανουσόπουλο).
            1923-2011. Χόρχε Σεμπρούν, αθάνατος: «Δεν πρέπει ν’ αφήσεις τούτη τη σιωπή να παγώσει, σαν ένα στρώμα πυκνό από ζελατίνα πάνω στα αντικείμενα, στις χειρονομίες, έλα, σάλεψε, κάνε κάτι, μίλησε, προκάλεσε, ανακίνησε» (Ο δεύτερος θάνατος του Ραμόν Μερκαντέρ, μτφρ. Άρης Αλεξάνδρου, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1983).
            Από παντού πια επιβάλλεται, τείνει να επιβληθεί, μια παγωμάρα (καίτοι θέρος), μια σιωπή των συναισθημάτων, μια αφλογιστία των λέξεων. Άντε να πεις σήμερα «πυλώνας», «υπέρβαση», «επανεκκίνηση», «διαβούλευση», έτσι που μπογιατίστηκαν οι λέξεις από ξεχαρβαλωμένους πολιτικούς. Ενώ με συγκίνηση θα πεις «σακάκι μονόκουμπο» ή «Δεν πρέπει», όπως, μόλις πιο πάνω, βλέπεις πώς μιλάνε οι ποιητές, πώς σώζουν στιγμές, πώς τις λέξεις τις κάνουν παλμό και συγκίνηση.
            Η ήττα γεννάει κακοβουλία. Αλλά γεννάει και μια δημιουργική μελαγχολία, μιαν αγέρωχη σοφία, σαν αυτή των blues, που η νίκη ποτέ δεν μας προσφέρει. Μπορείς να πεις, η νίκη έχει κομμάτια κιτς, μια χλαπαταγή χαζομάρας, κάτι από παιδοβούβαλο. Ενώ η ήττα, το τσαλάκωμα όπως επιμένει να λέει ο Θάνος Σταθόπουλος, ποιητής των λέξεων και των εικόνων, το στριμωξίδι, το στραπατσάρισμα, ακόμα και η πτώση, η κατρακύλα, σε φέρνουν ποιο σιμά στο τραγούδι, στο βράχνιασμα του βλέμματος, στο άνοιγμα στον άλλον, με μια λέξη (λησμονημένη, για δες!): στην αγάπη. Την αγάπη που οι ποιητές την ψάλλουν, ξανά και ξανά, και δεν την αφήνουνε από τα εικοσιτετράωρά μας να χαθεί.
            Μες στο λαχάνιασμα, το αγκομαχητό των καιρών, νομίζει κανείς ότι χάνεται των λέξεων η μελωδία,  ότι τσακίζεται στις ξέρε η λέμβος της αγάπης, ότι στις λόχμες δαπανάται η δημιουργικότητά μας. Όμως όχι. Όχι πάντα. Όχι συνέχεια. Ξαναπιάνουμε (σάμπως τον αφήσαμε ποτέ;) τον Αλέξανδρο Αδαμαντίου Εμμανουήλ – και χαιρετίζουμε την νέα, αλλά ευπρόσδεκτα βασισμένη σε αυτή του Δόμου, έκδοση των Απάντων του από το Βήμα/βιβλιοθήκη, με την αξιέπαινη φροντίδα της Ελένης Κεχαγιόγλου.
            1851-1911. Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, αθάνατος: «Εσηκώθην, αισθανθείς ρώμην τινά, κ’ έφερα ολίγους γύρους περί τον αιγιαλόν, και την μικράν κοιλάδα, βλέπων πόσον η ζωή ήτο γλυκεία, εις τα ωραία, τα έρημ’ ακρογιάλια της πτωχής νήσου μου. Αύρα εφύσα εις τους θάμνους τους μυρωμένους, το κύμα έπαιζε μαλακά εις την άμμον, ή έπληττε με φλοίσβον τους χαμηλούς βράχους, στρουθία εκελαδούσαν εις τα δένδρα, και τρυγόνια ερημικά έφευγον με ταχύν θρουν ανάμεσα εις τας πυκνάς λόχμας. Μετά εν τέταρτον της ώρας, μ’ έκραξεν ο Αταίριαστος».
            Οι λέξεις κάνουν θαύματα. Οι λέξεις είναι θαύματα. Οι λέξεις είναι το αερόπλοιό μας προς τα πέρατα της έσω οικουμένης. Οι λέξεις είναι ό,τι μας φέρνει πιο κοντά τον έναν στον άλλον, και όλους μαζί προς την ουσία του ανθρώπου, προς το τραγούδι που ξεγελάει τον χρόνο, όπως έλεγε ο Andre Breton, που σημαίνει προς το άχρονο πέρα από τη γεύση του χρόνου, προς την αιωνιότητα μέσα από τη γεύση, και τη βία, του χρόνου.
            Θέρος. Και, ναι, η θάλασσα είναι ποίηση αέναη, κινούμενη μυσταγωγία, χρυσαφένια και γαλάζια πανδαισία. Αλλά εμείς, μαζί με το ποίημα του Γιάννη Βαρβέρη, πάντα στο βουνό: «Εξάλλου εγώ δεν κολυμπώ/ διότι δεν είμαι ψάρι/ – Βουνό λοιπόν/ αναφώνησε ο κύριος Φογκ/ και γύρισε από την άλλη μεριά/ την πολυθρόνα του».
           

Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Μαρούσι, 14/06/2011


Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Merzbau / Η Στήλη του Σβίττερς / Καλό Μήνα!



Merzbau/Η Στήλη του Schwitters/Καλό Μήνα!




Αυτή τη στιγμή διαβάζω Marx. Το Χρήμα Χορεύει για Σένα. Μεταφράζει και προλογίζει η Σώτη Τριανταφύλλου. Εκδ. Πατάκης.

*   *   *

«Μη στεναχωριέσαι, δεν σκέφτομαι ακόμα. Τι άλλο;»
[Τάδε Έφη Ντοκ Σπορτέλο]


Ας αρχίσουμε με το soundtrack: σε πείσμα των καιρών (χαλεποί & ζοφεροί μαζί), ακούμε ξανά και ξανά το Interstellar Overdrive. Έχουμε και λέμε: Syd Barrett, Nick Mason, Roger Waters, Rick Wright, Λονδίνο, 1966/1967, μια βαθιά υπόκλιση, ένα χειροφίλημα. Γιατί; Διότι, και πάλι σε πείσμα των καιρών, κυλήσαμε στην ψυχεδελική αντιπαράνοια του μέγιστου ρέκτη/παίκτη, του έμπειρου & έμπυρου Commander,

Thomas Pynchon
Έμφυτο Ελάττωμα
εκδ. Καστανιώτης

Όπου ο Ντοκ Σπορτέλο, ο μοναδικός ναρκομανής που δεν παίρνει ηρωίνη, σαλταρισμένος απόγονος και συνάδελφος του Φίλιπ Μάρλοου, σερφάρει στην τρέλα, τη δίνη των ήχων και των χρωμάτων, το αλλόκοτο ιλιγγιώδες καλειδοσκόπιο της Δεκαετίας του Εξήντα, και, τίγκα στη μουσική της μαστούρας και τη μαστούρα της μουσικής, μπλέκει αγρίως με εγκληματικούς κύκλους, ελέω της σέξυ Σάστα που φοράει μπλουζάκια με τον [ουάου!!!] Country Joe MacDonald – που, αν θυμάστε, υπογράφει τη μουσική στην [πάλι: ουάου!!!] ταινιάρα Ήσυχες Μέρες στο Κλισύ, και ο νοών νοείτω. Ο Pynchon κλείνει και πάλι το μάτι στην Ελλάδα και στο ρεμπέτικο, πλάθοντας τον Τίτο Σταύρου, έναν απίστευτο (όπως όλοι σε όλα τα βιβλία του Commander) τύπο που νοικιάζει ξεχαρβαλωμένες ψυχοδεδηλωμένες αντιλιμουζίνες και ακούει μετά μανίας Ρόζα Εσκενάζυ, λέγοντας, «Άκου την, τη λατρεύω αυτή την τύπισσα, ήταν η Μπέσι Σμιθ της εποχής μας, τραγουδούσε με την ψυχή». 435 σελίδες, ένας αίνος στη Δεκαετία του Αστροπηδηχτικού Φωτός, μια καντάτα για το Ουρλιαχτό του Υπεριώδους Μυαλού, ένας αποχαλινωμένος μπάλος για τους Μπαξέδες των Διαχρονικώς Αθώων Αλάνηδων. Σαν Raymond Chandler και Ross D. MacDonald που έχουν πάρει ψυχοτρόπα μαζί με το μπέρμπον τους. Όχι μόνο θα επανέλθω, αλλά ΟΛΟ το καλοκαίρι θα μιλάμε εδώ για το Έμφυτο Ελάττωμα, για τη μουσική του, το χιούμορ του, τη μουσική του, και τις λίαν σοβαρές του προεκτάσεις. Ένα Ευαγές Εύγε στον Γιώργο Κυριαζή, τον βραβευμένο άλλωστε για το Ενάντια στη Μέρα, που και πάλι δωρίζει στην ελληνική γλώσσα έναν ακόμα Pynchon.

*   *   *

«Αυτό που μου λείπει σε ύψος, το διαθέτω και με το παραπάνω σε ύφος»
[Τάδε Έφη Ντοκ Σπορτέλο]

*   *   *

Ακούμε επίσης: King Elephant. Ακούμε Λόλεκ και «Αχινό» [Μου δημιουργούν εκνευρισμό/ οι παρανυχίδες που δεν κόβονται/ και τα μεγάλα πάθη/ Που κόβονται γρήγορα], και ό,τι άλλο, μα ό,τι άλλο, κυκλοφορεί από την Inner Ear.

*   *   *

Και διαβάζουμε. Παράλληλες αναγνώσεις. Κατασκοπείες και εγκλήματα. Ένα κουβάρι. Μπλεξίματα και ίντριγκες. Όπως στο,

Νικόλαος Π. Σοϊλαντάκης
Η Αφελής Ελλάς – ο ρασοφόρος κατάσκοπος Νταίηβιντ Μπάλφουρ
εκδ. Αρμός.

Όπου μαθαίνουμε για αυτόν τον εκπληκτικό τύπο, γεννημένο στις 20 Ιανουαρίου του 1903, ο οποίος συνδύασε την πίστη στο Θεό με την ανακάλυψη και κοινοποίηση, στην Intelligence Service, μυστικών. «Πολύπλαγκτη προσωπικότητα», τον χαρακτηρίζει τον Μπάλφουρ ο Σαράντος Καργάκος στον ζουμερό του πρόλογο, ενώ ο Γιώργος Σεφέρης, στο Πολικό Ημερολόγιο σημειώνει, απροκάλυπτα εκνευρισμένος: «Τα στρατεύματά μας λαμβάνουν τις διαταγές τους από τον στρατηγό Paget κι εμείς από τον Μίστερ Balfour, πρώην αγιορείτη καλόγερο, πρώην μακρογενάτο ορθόδοξο παπά, πρώην μικροχιτλερομούστακο ταγματάρχη της ‘εξυπνάδας’ (intelligence). Και δε μας εμπιστεύονται ούτε για τη μετάφραση. Καϋμένη Ελλάδα!»

*   *   *

Να μην ξεχάσω την τακτική επίσκεψη στο περίπτερο για τον (έβδομο σήμερα) Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Εύγε, ξανά, στην Ελένη Κεχαγιόγλου και στο Επιτελείο της!

*   *   *


«Άκου, μεγάλε, δεν επιτρέπω σε κανέναν να αποκαλεί το αυτοκίνητό μου δολοφόνο, εντάξει;»
[Τάδε Έφη Ντοκ Σπορτέλο]


*   *   *