«Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν…»
Τζόναθαν Φράνζεν, Ελευθερία
Μετάφραση: Ρένα Χατχούτ
Εκδ. Ωκεανίδα
Μυθιστόρημα-ποταμός, οικογενειακή σάγκα, φαινομενική αντιμαχία αντίπαλων παρατάξεων –που εντέλει γλυκόπικρα ομονοούν–, και κάτι σαν μανιφέστο να τρεμοπαίζει άλλοτε, και άλλοτε να διαλαλεί τα δικά του. Λάμψεις ποιητικότητας μέσα σε μιαν αφήγηση σφιχτοπλεγμένη, μιαν αφήγηση ακριβείας, ένα χιούμορ που δεν θέλει να είναι επώδυνο, απλώς διευκρινιστικό, και πολλές αναφορές στην αμερικανική μουσική, συν κάμποσα κλεισίματα ματιού στο προηγούμενο μυθιστόρημα, τις Διορθώσεις (μτφρ. Αλέξης Εμμανουήλ, εκδ. Ωκεανίδα).
Ο Γουόλτερ, η Πάτι, ο Ρίτσαρντ, η Τζόι και η Κόνι, η Τζέσικα, η Λαλίθα (ο μοναδικός βίαιος θάνατος σε 786 σελίδες!), όλοι ήρωες ολοένα και λιγότερο γοητευτικοί, μπλεγμένοι σε καταστάσεις ολοένα και λιγότερο συναρπαστικές. Η Μεγάλη Αμερικανική Κατάθλιψη να καραδοκεί, να απλώνεται σε όλο το τοπίο, ενώ οι όλο ένταση και πάθος και δύναμη και δόξα και τρέλα και μεγαλείο χαρακτήρες κάποιων παλαιών όπως ο Χέιμνγουεϊ, ο Μέιλερ, ο Μίλερ, ο Κέρουακ, μοιάζουν εξορισμένοι από το σύμπαν του Τζόναθαν Φράνζεν (1959), ένα σύμπαν αποτελούμενο από πεδία μάχης όπως το χρηματιστήριο, ο κόσμος των επιχειρήσεων, η ανθυποεξουσία της ανθυποπολιτικής, η στραπατσαρισμένη και αιμορραγούσα (αλλά πάντα ζωντανή) οικογένεια.
Ας ρίξει ο αναγνώστης μια ματιά στο πώς χρησιμοποιείται η λέξη «ελευθερία» από τον Φράνζεν και τους χαρακτήρες του, και θα διαπιστώσει πόσο ανάπηρη είναι πλέον αυτή η ελευθερία, του γερασμένου αμερικανικού ονείρου, του ξεχαρβαλωμένου κλιματιζόμενου εφιάλτη, των ετοιμοπαράδοτων προσδοκιών, των οραμάτων που προχώρησαν σε αναγκαστική προσγείωση (δείτε στις σελίδες: 260, 267, 285, 380, 381, 384, 624,μ 627, 663, 674, 683, 700, 707, 714, και 789). Μια ελευθερία που καμώνεται ότι είναι απαστράπτουσα. Αλλά δεν είναι. Είναι μια γκριζομάλλα, κατάκοπη, σουφρωμένη, μαραζωμένη, άσφαιρη ελευθερία.
Διαβάζοντας τούτο το μυθιστόρημα, αισθάνεται κανείς ότι ναι μεν τέλειωσαν, και ορθά, οι Μεγάλες Αφηγήσεις που ξαπόστειλαν τόσο κόσμο και τσάκισαν τόσες ελευθερίες, αλλά στη θέση τους έμεινε ένα φτωχαδάκι κενό, μια μακιγιαρισμένη μιζέρια, ένα έλλειμμα οραμάτων και ονείρων. Θυμήθηκα τη φράση του Ραούλ Βανεγκέμ, «τρεις χιλιάδες τσιμπήματα με καρφίτσα, είναι εξίσου θανατηφόρα με τρία χτυπήματα με ρόπαλο».
Μεγάλη στιγμή του Φράνζεν είναι το κέντημα πάνω στον ανυπέρβλητο Δράκο του Νίκου Κούνδουρου (βλ. σσ. 144, 271, και όλο το κεφάλαιο «Ο δράκος της Ουάσινγκτον», σσ. 622-708), ενώ λίαν ευπρόσδεκτες για τους μουσόφιλους είναι τόσο οι περιπέτειες του ροκ ήρωα Ρίτσαρντ Κατς όσο και οι μνείες σε πληθώρα μουσικών (Pearl Jam, U2, Velvet Underground, Blondie, Buzzocks, Iggy Pop, Bob Dylan, Fleetwood Mac, Neal Young, αλλά και Gyorgi Ligeti!)
Άλλες ωραίες αναφορές: στον Thomas Pynchon (σ. 103) και στον Thomas Bernhard (σε πολλές σελίδες, καθώς είναι ο αγαπημένος συγγραφέας του Ρίτσαρντ Κατς).
Πλούσιο μυθιστόρημα, φτωχή ελευθερία.
Δεν ξέρω αν ο Φράνζεν είναι ο νέος Τολστόι, όπως λένε διάφοροι. Πάντως, σίγουρα δεν είναι Ντοστογιέφσκι!
Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου