Το Θρόισμα των Φύλλων [Μάιος 2011]
Γράφω μανιωδώς αυτό τον καιρό. Αλλά πλουτίζεται η βιβλιοθήκη μου με απανωτά, λίαν ευπρόσδεκτα βιβλία τόσο ώστε μου έρχεται, ξανά και ξανά, στο νου εκείνη η τόσο σοφά ξεκαρδιστική παράφραση μιας ξεκαρδιστικά σοφής ισπανικής παροιμίας: είναι άξεστο να τρως, είναι ευγενές να πίνεις, λέει η παροιμία. Είναι άξεστο να γράφεις, είναι ευγενές να διαβάζεις, λέει η παράφραση που φέρει την υπογραφή του Guy Debord. Αφού συστήσω στους απανταχού Ντυλανολόγους Ντυλανιστές (επί τη ευκαιρία, μάλιστα, των γενεθλίων του Bob – σε λίγες μέρες συμπληρώνει τα εβδομήντα [70!] ο Φέγγαρος Θηρίος μας) το Λεύκωμα Bob Dylan – The Brazil Series (εκδ. Prestel), θα παραθέσω αποσπάσματα από έξι βιβλία που κυκλοφόρησαν προσφάτως. Σημειώνω σε λίγες ημέρες θα κυκλοφορήσει, από τις εκλεκτές εκδόσεις Λογείον, και το δικό μου Générique / Ζενερίκ, μια επιλογή από τα κείμενα της μόνιμης στήλης μου στο Διαβάζω, με εξώφυλλο φιλοτεχνημένο από την Ελεάννα Μαρτίνου.
Φρέσκα, Ντόπια
Ο Αρίστος είχε πολύ ωραία βραχνή φωνή. Με την μπασαδούρα κάτι παθαίνω, μ’ αρέσει η μπάσα φωνή, η βραχνάδα της, το βάρος της, μου επιβάλλεται. Τους ρεμπέτες τους παλιούς τούς πάω πολύ, καθόμουνα με τις ώρες και τους άκουγα. Λατσεύομαι μπουτ τα τουρκοσουσούμια. Τον Παπαϊωάννου τον Γιάννη. Σαν να μου κάνει μάθημα ο δάσκαλος. «Πέντε Έλληνες στον Άδη» όταν λέει, πεθαίνω. Ή τον Μάρκο. Αυτές είναι οι φωνές των πατέρων μας. Οι άλλες, οι ψιλές, μου φαίνονται κάλπικες.
Θωμάς Κοροβίνης, Ο Γύρος του Θανάτου, εκδ. Άγρα
Ο χρόνος, με άλλα λόγια, δεν με συμπίεζε, δεν μου προκαλούσε παραδόξως την αγγλοσαξονική υστερία του τύπου «ο χρόνος είναι χρήμα». Εκεί που έπρεπε, ως εκ των πραγμάτων, να υστερώ υπαρξιακά, δηλαδή να μην έχω χρόνο, απολάμβανα, στην καρδιά μάλιστα της χρηματαγοράς της Δύσης, τη δαψίλεια του ένδον χρόνου. Θα συνόψιζα μάλιστα τα εν λόγου με τους εξής αφορισμούς ενός πολύπλαγκτου Γάλλου, του Γκι Ντεμπόρ: «Ο ψευτοκυκλικός χρόνος είναι ο χρόνος της κατανάλωσης της σύγχρονης οικονομικής επιβίωσης, της επαυξημένης επιβίωσης, όπου το καθημερινό βίωμα μένει στερημένο από απόφαση και υποταγμένο, όχι πια στη φυσική τάξη, αλλά στην ψευτο-φύση που αναπτύχθηκε στην αλλοτριωμένη εργασία»
Γιώργος Βέης, Μανχάταν-Μπανγκόκ, εκδ. Κέδρος
Έτσι δούλευαν. Οικογενειακά. Ανθρώπινα. Ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον κι όλους μαζί ο Φώτης, αφεντικό αλλά και πατέρας και δάσκαλος όλων. Καμιά φορά συνεργάζονταν και με νεύρα, όταν έπεφτε ο κόσμος μαζεμένος κι έπρεπε να τους ταΐσουν γρήγορα και καλά, έχοντας λίγα χέρια κι ευκολίες λιγότερες. Ποτέ όμως με φωνές, με βλαστήμιες, με χειρονομίες και κινήσεις πανικού που δεν τους ταίριαζαν. Τώρα τι θα τους ξημέρωνε;
Γιώργος Καλός, Απόψε Μαγειρέψαμε Αλλιώς, εκδ. Αρμός
Νέας Εσοδείας, Βαρύ Πυροβολικό
Ο άνθρωπος δεν έχει τη δύναμη να καταστρέφει. Αυτό που μπορεί να κάνει είναι να παραλλάσσει τις μορφές, όχι όμως να τις εκμηδενίσει. Από την οπτική γωνία της φύσης, όλες οι μορφές είναι ίδιες. Τίποτε δεν χάνεται μέσα σε αυτήν την πελώρια χοάνη εντός της οποίας πραγματοποιούνται αυτές οι παραλλαγές. Κάθε σωματίδιο ύλης που πέφτει εκεί μέσα αναδύεται αέναα υπό διαφορετική μορφή και, όποιες κι αν είναι οι δικές μας ανθρώπινες πεποιθήσεις γι’ αυτή τη διαδικασία, καμία αλλαγή δεν προσβάλλει τη φύση ούτε την ευτελίζει. Οι καταστροφές που εμείς πραγματοποιούμε δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να ανανεώνουν τη δύναμή της.
Μαρκήσιος ντε Σαντ, Ζυστίν ή Οι Δυστυχίες της Αρετής, μτφρ. Δ. Γκινοσάτης, εκδ. Νεφέλη
Μπορούσε αυτό να είναι παιχνίδι ή ονειροπόληση, όταν νιώθεις μέσα σου ένα ζεστό κύμα και μόνο με το άκουσμα μιας φωνής, με τη σκέψη μιας μακρινής οπτασίας, ενός ανθρώπου που γελά, που μιλά, που διηγείται μια ιστορία κουνώντας τα χέρια, που χαμογελά με παιδιάστικο τρόπο, που σε κοιτάζει με την απερίγραπτη έκφραση κάποιου που άλλοτε είναι παλαβός από έρωτα κι άλλοτε ένας στοργικός πατέρας, και που τα σκέφτεσαι όλα αυτά και γελάς.
Κιουρσάτ Μπασάρ, Μουσική στο Προσκέφαλό μου, μτφρ. Νίκη Σταυρίδη, εκδ. Πατάκης
Το δωμάτιό μου είναι γεμάτο βιβλία. Τα κατέβασα από τα ράφια, ψάχνοντας για ιστορίες που θα μου χαρίσουν την παρηγοριά που ο έξω κόσμος δεν μπορεί να μου δώσει. Αίολη έμπνευση, γιατί οι στοίβες δεν αποπνέουν λύτρωση, αλλά αφόρητο χάος~ το είδος του χάους απ’ όπου ποτέ δεν γεννήθηκε κάτι θετικό. Τα βιβλία κείτονται στο πάτωμα και σε τραπέζια και σε πολυθρόνες, ακουμπούν το ένα στο άλλο, σκόρπια, ανοιγμένα, γεμάτα ορνιθοσκαλίσματα και άπειρες σημειώσεις στα περιθώρια. Πολύτιμοι δερμάτινοι τόμοι, λεκιασμένοι από μελάνι και πασπαλισμένοι με τη στάχτη πούρων – είμαι της γνώμης ότι ορισμένα βιβλία μπορούν να διαβαστούν πραγματικά μόνο μέσα από την ελαφρώς μεθυστική αχλύ που δημιουργεί ο καθαρός κουβανέζικος καπνός.
Πάουλ Βεράχεν, Omega minor, μτφρ. Ινώ Μπαλτά, εκδ. Πόλις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου